Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



κρίνῃ, θὰ


Ερμηνεία:

[γ΄πρόσωπο ενικού του  μέλλοντος, οριστ. του ρ. κρίνω] 



Ετυμολογία:

[<(Όμηρ.) κρίνω (εκλέγω, διαλέγω, διαιρώ, διακρίνω, χωρίζω)] [Καινή Διαθήκη 16 φορές]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

... Ἕνας Θεὸς θὰ μᾶς κρίνῃ… [Ο έρωτας στα χιόνια]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: